Κάθε τόπος έχει τις δικές του κλιματικές συνθήκες, μελισσοκομική χλωρίδα και άλλες ιδιαιτερότητες, στις οποίες προσαρμόζεται ο μελισσοκόμος κυνηγώντας τις ανθοφορίες που τον ενδιαφέρουν.
Η κύρια ανθοφορία που αποτελεί μέλημα ολόκληρης της μελισσοκομικής μας χρονιάς είναι αυτή του θυμαριού. Τα μελίσσια
ξεχειμωνιάζουν στο φαράγγι Δελιανών Κισσάμου, μία ημιορεινή περιοχή στην οποία παραμένουν έως τέλη Μαϊού καθώς υπάρχει πλούσια ανοιξιάτικη και καλοκαιρινή ανθοφορία, φασκομηλιά, αγριομαλοτήρα, φλισκούνι, θυμάρι, αλάδανο, θρούμπι, κ.α
Αρχές Ιουνίου τα πιό δυνατά μελισσοσμήνη μεταφέρονται στο Ακρωτήριο Σπάθα στα Ροδωπού και στο Κουστογέρακο Σελίνου, δύο από τους πιό διάσημους θυμαρότοπους του νησιού, όπου η κύρια ανθοφορία είναι το θυμάρι.
Η παραγωγή ανά κυψέλη είναι συνήθως μικρή και απόλυτα εξαρτώμενη από τις καιρικές συνθήκες και μιας και δεν τροφοδοτούμε τα μελίσσια κατά τη διάρκεια της ανθοφορίας,η ποιότητα, η γεύση και το άρωμα του μελιού που παράγεται παραμένουν αναλλοίωτα.
Το θυμαρίσιο μέλι από τα Λευκά Όρη, τις “Μαδάρες” όπως λέμε στην Κρήτη, είναι πραγματικά μοναδικό και ξεχωρίζει από το άρωμα και το ιξώδες του.
Μετά από ένα μικρό τρύγο φθινοπωρινού μελιού στο τέλος Νοεμβρίου, όπου παίρνουμε μόνο τα περισσευούμενα μέλια από τα μελίσσια, πραγματοποιούμε την τελευταία μεταφορά του μελισσοκομικού έτους, επιστρέφοντας τα σμήνη στο φαράγγι Δελιανών Κισσάμου.
Βιολογική μέθοδο μείωσης του πληθυσμού των βαρρόα πραγματοποιώ όλη τη μελισσοκομική χρονιά με παγίδευση της βαρρόα σε κηφηνοκηρήθρες, τις οποίες αφαιρώ και καταστρέφω κατά διαστήματα.
Αντιβιοτικά δεν χρησιμοποιώ ποτέ στις μέλισσες, ενώ με προσωπική έρευνα έχω συντάξει μεθοδολογία χρήσης των Ενεργών Μικροοργανισμών προληπτικά σε όλους τους μελισσοκομικούς χειρισμούς.